- παρετυμολογώ
- παρετυμολόγησα, παρετυμολογήθηκα, παρετυμολογημένος, ετυμολογώ λαθεμένα, ερμηνεύω την καταγωγή και την αρχική σημασία της λέξης λάθος: Το αγιόκλημα παρετυμολογείται από το άγιος + κλήμα, ενώ παράγεται από το αίγα + κλήμα.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.